Παρασκευή 8 Μαΐου 2009

Γεράνι


Τα γεράνια περιλαμβάνουν πάνω από 300 είδη ετήσιων και πολυετών ποωδών φυτών, μερικά από τα οποία είναι ριζωματώδη ή κονδυλώδη. Τα φύλλα τους είναι συνήθως βαθιά λοβωτά και τα άνθη τους πενταπέταλα. Αναπτύσσονται σε ηλιόλουστες ή ελαφρά σκιασμένες θέσεις, σε κάθε καλά στραγγιζόμενο έδαφος, με μικρές απαιτήσεις σε νερό. Για να ενθαρρύνουμε την ανάπτυξή τους, αφαιρούμε τα παλιά κλαδιά και τα ξερά άνθη. Καλλιεργούνται σε βραχόκηπους, συνθέσεις και γλάστρες.


Τα κονδυλώδη και ριζωματώδη είδη πολλαπλασιάζονται με διαίρεση, ενώ τα υπόλοιπα είδη με μοσχεύματα κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου.

Στυπτικό, χρησιμοποιείται για διάρροια και αιμορραγία, αιμορραγία ούλων και αιμορροΐδες.


Σχετικό υλικό: τραγούδια



Ὁ γλάρος (Μιὰ βάρκα ἦταν μόνη)

Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις
Στίχοι: Ἀλέκος Σακελλάριος
Ἑρμηνεία: Ἀλίκη Βουγιουκλάκη

Μιὰ βάρκα ἦταν μόνη σὲ μιὰ θάλασσα γαλάζια
κι ἤτανε κι ἕνας γλάρος μὲ ὁλόλευκα φτερά·
κι ὅλο τὴν κοντοζύγωνε γιὰ νὰ τῆς κάνει νάζια
καὶ τὶς φτεροῦγες του ἔβρεχε στὰ γαλανὰ νερά.

Καὶ ζήλεψα τὴ βάρκα τὴ μικρὴ τὴ χιονάτη,
ποὺ τῆς φιλοῦσε ὁ γλάρος τὸ κατάλευκο πανί,
καὶ νοιώθω σὰν βαρκούλα στὰ γαλάζια τὰ πλάτη
ποὺ ὅλο περιμένω κάποιο γλάρο νὰ φανεῖ.

Ἕνα γεράνι κόκκινο λουλούδισε στὴ γλάστρα
κι ᾖρθε μιὰ πεταλούδα ποὺ πετοῦσε σὰν τρελή,
καὶ ποιὸς νὰ ξέρει ἄραγε τί τοῦ ῾πε ἡ ξελογιάστρα
κι ἐκεῖνο ἐκοκκίνησε ἀκόμα πιὸ πολύ.

Καὶ ὅλο συλλογιέμαι τὰ φτερὰ τ᾿ ἀνοιγμένα
ἀλλὰ τὸ τί νὰ εἶπαν δὲν τὸ βρίσκω ὁμολογῶ,
ποιὸς ἄραγε τὸ ξέρει νὰ τὸ πεῖ καὶ σὲ μένα,
ἂς τ᾿ ἄκουγα ἀπὸ σένα κι ἂς κοκκίνιζα κι ἐγώ.

Χτὲς τὸ φεγγάρι ἀσήμωσε τῆς λεύκας μας τὰ φύλλα
ποὺ στέκονταν ἀκίνητη ἐκεῖ στὴν ἐρημιά,
κι ὅταν ὁ μπάτης φύσηξε τῆς ᾖρθε ἀνατριχίλα,
κι ἀμέσως τρεμουλιάσανε τὰ φύλλα τ᾿ ἀσημιά.

Καὶ ὅλο συλλογιέμαι, συλλογιέμαι πὼς κάτι
πρέπει νὰ εἶπε ὁ μπάτης μυστικὰ μὲς στὰ κλαδιά·
ἂς τ᾿ ἄκουγα ἀπὸ σένα τὰ λογάκια τοῦ μπάτη
κι ἂς ἔνοιωθα νὰ τρέμει σὰν τὰ φύλλα ἡ καρδιά.


Δραπετσώνα

Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Στίχοι: Τάσος Λειβαδίτης
Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης

Μ' αίμα χτισμένο, κάθε πέτρα και καημός,
κάθε καρφί του πίκρα και λυγμός.
Μα όταν γυρίζαμε το βράδυ απ' τη δουλειά.
εγώ και εκείνη όνειρα, φιλιά.

Το 'δερνε αγέρας κι η βροχή,
μα ήταν λιμάνι κι αγκαλιά και γλυκιά απαντοχή.
Αχ, το σπιτάκι μας, κι αυτό είχε ψυχή!

Πάρ' το στεφάνι μας, πάρ' το γεράνι μας,
στη Δραπετσώνα πια δεν έχουμε ζωή.
Κράτα το χέρι μου και πάμε, αστέρι μου,
εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί!

Ένα κρεβάτι και μια κούνια στη γωνιά,
στην τρύπια στέγη του άστρα και πουλιά.
Κάθε του πόρτα ιδρώτας κι αναστεναγμός,
κάθε παράθυρό του κι ουρανός.

Μα όταν ερχόταν η βραδιά,
μες στο στενό σοκάκι ξεφαντώναν τα παιδιά.
Αχ, το σπιτάκι μας, κι αυτό είχε καρδιά!

Πάρ' το στεφάνι μας, πάρ' το γεράνι μας,
στη Δραπετσώνα πια δεν έχουμε ζωή.
Κράτα το χέρι μου και πάμε, αστέρι μου,
εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί!




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια ευπρόσδεκτα (αρκεί να μη μας θάβετε!)